7.8.21

Κατοικοι Βαρυμπομπης: «Ούτε μία μάνικα δεν είδαμε...»...


Η οργή, το σοκ και οι στάχτες, όλα σε μία σκούπα. Στη λεωφόρο Τατοΐου, βλέπεις ανθρώπους να κρατάνε τα σκουπόξυλα και να σπρώχνουν περιουσίες σε κάδους σκουπιδιών. Ολα μυρίζουν, όχι πράσινο ούτε φύση ούτε θέρος, μόνο στάχτη. Ο Ιππικός Ομιλος Βαρυμπόμπης, κληρονομιά της Ιωάννας Γεωργοπούλου από...τον πατέρα της, ιδρύθηκε το 1972 και φιλοξενούσε δεκάδες άλογα που, αν και διασώθηκαν, δεν είναι πια εκεί και τίποτα δεν θυμίζει την αίγλη που τον συνόδευε. «Δε θα μείνει τίποτα, δεν ξέρω πότε θα καταφέρουμε να ξανακάνουμε βιώσιμο αυτό το μέρος», μας λέει και κοιτάζει τους καπνούς που φαίνονται από το νέο πύρινο μέτωπο στα Βασιλικά, κάποια χιλιόμετρα μακριά. «Δεν θα μπορούμε να αναπνεύσουμε».


Στην πλατεία της Βαρυμπόμπης, εργαζόμενοι του δήμου έχουν στήσει τραπεζάκια και κάνουν καταγραφή των καταστροφών. Κάτοικοι, ενεοί από το μέγεθος της καταστροφής, κρατούν έγγραφα στο χέρι. Είναι η γλυκόπικρη περίπτωση εκείνων που κατάφεραν να σώσουν κάτι από τις φλόγες. Παραδίπλα, νεαροί εθελοντές καταφτάνουν από παντού, από την Εκάλη μέχρι τον Πειραιά, και βοηθούν όπως μπορούν: φέρνουν νερά, τρόφιμα, είδη πρώτης ανάγκης. Καμιά σαρανταριά εθελοντές έχουν διασκορπιστεί και ψάχνουν τραυματισμένα ζώα για να τα περιθάλψουν. Κάποιοι κλαίνε αγκαλιασμένοι και πενθούν αυτά που έχασαν.

Οι πιο συνειδητοποιημένοι πάλι έχουν στήσει πηγαδάκια, επεξεργάζονται ό,τι συνέβη τις τελευταίες μέρες και ανασύρουν μνήμες περασμένων δεκαετιών: «Εχω δύο κινητά και σε κανένα δεν ήρθε η ειδοποίηση του "112"», «Δεν πρόλαβα να σώσω τίποτα, όλα καταστράφηκαν», «Στην πυρκαγιά του '98 κάηκε το σπίτι της αδερφής μου εδώ. Τότε το έφτιαξε από την αρχή και χθες, μόνη της το έσωσε με τη μάνικα». Κάτοικος που είδε το σπίτι της να γίνεται αποκαΐδια, δεν θέλει να μας μιλήσει. Μας απαντά, όμως, λακωνικά: «Αν θέλετε να δείτε την αλήθεια, πηγαίνετε στη Φλόγα».

«Στο ίδιο θέατρο, θεατές». Φαντάζει τραγική ειρωνεία ο οικισμός της Βαρυμπόμπης που είναι πιο βαθιά πληγωμένος από την πύρινη καταστροφή να λέγεται «Φλόγα». Και επειδή το τραγικό αγαπά την επανάληψη, για την 61χρονη Ειρήνη Παπαδοπούλου δεν είναι η πρώτη φορά που στήνεται στην ουρά για να αποδείξει στον δήμο πως χρειάζεται βοήθεια. Είναι, άλλωστε, η δεύτερη φορά που χάνει το σπίτι της: «Στην πυρκαγιά του '98 έχασα όχι μόνο το σπίτι μου αλλά και τον τον πατέρα μου από τη φωτιά. Πριν από 23 χρόνια, σχεδόν την ίδια μέρα, έχασα το ίδιο σπίτι και το ξανάφτιαξα με δικά μου έξοδα. Δεν πήρα δραχμή τότε γιατί ήταν δεύτερη κατοικία, δεν θα πάρω τίποτα και τώρα. Θα πληρώνω φόρους για ένα σπίτι που δεν υπάρχει».

«Εχω σύζυγο με 85% αναπηρία και την ώρα της φωτιάς είχαμε πάει στον γιατρό να τον δει. Οταν φτάσαμε το είδαμε να καίγεται. Ούτε λεωφορεία δεν ήρθαν, μόνοι μας σωθήκαμε», μας λέει. «Εχασα ό,τι είχα που μου θύμιζε τον πατέρα μου μέσα σε μια στιγμή». Ανεργη, η κυρία Ειρήνη βασίζεται μόνο στην κουτσουρεμένη αναπηρική σύνταξη του άντρα της. Μας δείχνει τη διάγνωση της αναπηρίας του, ένα από τα πολλά έγγραφα που πρέπει να παραδώσει στον δήμο και ρωτάει, ρητορικά: «Τι θα κάνω;».

Στη διαδρομή για τη Φλόγα ο Δημήτρης Κουνάδης είναι σκυμμένος πάνω από το αμάξι του. Κάρβουνο πια, μυρίζει σαν καμένο πλαστικό: «Μαζεύω τα εργαλεία μου, όχι πως έχει μείνει κάτι. Εχουν λιώσει όλα». Είναι υδραυλικός και το τηλέφωνό του χτυπά διαρκώς από κατοίκους που του ζητούν να επιθεωρήσει τις βλάβες σε σπίτια που επλήγησαν από την πυρκαγιά.


Η Ειρήνη Παπαδοπούλου, 61 χρόνων, έχασε το σπίτι της για δεύτερη φορά από πυρκαγιά. Δεξιά, ο Δημήτρης Κουνάδης, υδραυλικός, δίπλα στο καμένο αμάξι του

Ο ίδιος ήταν τυχερός. Το δικό του σπίτι, μπροστά από το ρέμα που έγινε στάχτη, σώθηκε: «Θα είχα σώσει και το αμάξι αν δεν είχαν επέμβει οι άντρες της αστυνομίας. Καλά έκαναν που μαζεύαν τον κόσμο, βέβαια. Εχουν πάθει ζημιά από το Μάτι, δεν θέλουν να χαθούν ζωές, αλλά δεν γίνεται έτσι».

Μας περιγράφει τι είδε τα τελευταία εικοσιτετράωρα: «Ο δρόμος ήταν γεμάτος περιπολικά, γεμάτος εθελοντές, γεμάτος άντρες της Πολιτικής Προστασίας. Κι ούτε μία μάνικα. Δύο άντρες της αστυνομίας ήρθαν και μου ζήτησαν την άδεια να μπουν μέσα στο σπίτι για να τους δώσω κουβάδες και νερό και να τους ανεφοδιάζω. Επαιρναν τους κουβάδες για να ρίξουν πιο κάτω που είχαν αρπάξει φωτιά κάτι κολόνες της ΔΕΗ. Τραγικά πράγματα». Εμειναν δυόμισι μέρες χωρίς ηλεκτρικό.

«Εγώ, ως υδραυλικός, έχω κάνει πυρασφάλεια στο σπίτι και ευτυχώς λειτουργούσε το νερό. Ειδάλλως, ούτε το σπίτι μου θα σώζαμε. Φαντάσου, εγώ έχω κάνει αυτόματο πότισμα γύρω γύρω, θέλαμε με τους γείτονες να φτιάξουμε σύστημα πυρόσβεσης που να φτάνει από εδώ μέχρι το ποτάμι, ως μέτρο πρόληψης γιατί είχε καεί και παλιότερα η περιοχή. Είχα ξεκινήσει να το οργανώνω, δεν πρόλαβα». Μας δείχνει το γειτονικό του σπίτι, λίγα μέτρα παρακάτω, καμένο.

«Δεν κουνιόταν φύλλο», συμπληρώνει. «Θεωρώ πως υποτίμησαν την κατάσταση. Δίπλα μας είναι το Τατόι, πιο πολύ χρόνο θέλει να απογειωθεί το αεροπλάνο από το να φτάσει εδώ. Το Κέντρο της Πυροσβεστικής είναι στην Κηφισιά. Και μη μου πεις ότι είναι δύσβατο το σημείο. Ολα προσβάσιμα είναι. Ολα, όλα...». «Η αλήθεια είναι μία: από τον δήμο δεν υπάρχει αρωγή παρά μόνο για νερά και τοστ προς το παρόν. Τώρα θα πρέπει να φτάσουμε στην ουσία, να γίνουν καταγραφές», καταλήγει.

Λίγο πριν φύγουμε, καταφτάνει τρέχοντας ένας γείτονας:

-Κάηκε το αμάξι σου, ε; Για δουλειά σε θέλω, σε ένα σπίτι εδώ κοντά.

- Δεν έχω εργαλεία.

Λίγο παρακάτω συναντάμε την 46χρονη Αννα και τον σύζυγό της. Το αντρόγυνο τη στιγμή που ξέσπασε η φωτιά είχε πάει στη Μάνη, εκεί όπου μαίνεται μια άλλη πυρκαγιά, για να μαζέψει ό,τι χρειαζόταν από το εξοχικό του. «Καήκατε εσείς;», τους ρωτά συντοπίτης τους. «Ολοσχερώς. Δεν έχει μείνει τίποτα».

Πηγαίνουμε μαζί τους για να δούμε το μέγεθος της καταστροφής. Ολη τους η περιουσία, φτιαγμένη με τη βοήθεια στεγαστικού δανείου που δεν πρόλαβαν δεν αποπληρώσουν, έγινε στάχτη. «Μας ειδοποίησαν ότι έχουμε πιάσει φωτιά και πήρα τηλέφωνο τη μητέρα μου που ήταν εδώ για να φύγει. Ειδοποίησα τον αδερφό μου που μένει παραδίπλα να έρθει μπας και μπορέσει να δώσει κάτι». Μάταια όμως αφού, όπως μας λέει, «ούτε το λάπτοπ του γιου μου δεν μπόρεσε να σώσει, για να μπορεί να κάνει μαθήματα με τηλεκπαίδευση. Μου λέει "Αννα δεν γίνεται, καίγεται όλο"».

Η Αννα έφτασε χθες το πρωί στο σημείο της καταστροφής: «Η πυροσβεστική είναι χαμένη, ακόμα έχει εστίες μέσα και τίποτα. Δεν έχει εμφανιστεί καθόλου. Τους είδα νωρίς το μεσημέρι να πίνουν καφέ. Δεν ξέρω αν λειτουργεί αυτό το κράτος». Αστεγοι και εδώ και δύο μέρες μένουν προσωρινά σε ξενοδοχείο μαζί με τα δύο τους παιδιά, τεσσάρων και έξι χρόνων. Τα μικρά δεν έμαθαν ακόμη τι συμβαίνει. Η συζήτηση διακόπτεται από μια κλήση που δέχεται η Αννα από το 1135, το τηλεφωνικό κέντρο του ΕΟΔΥ, όπου οι πυρόπληκτοι μπορούν να απευθυνθούν σε ξενοδοχεία με έξοδα του κράτους για να διανυκτερεύσουν. «Μου είπαν πως δεν έπρεπε να μένω σε αυτό το ξενοδοχείο γιατί εκεί δεν μπορούν να μας δώσουν φαγητό. Εκεί μας είχαν πει να πάμε και τώρα μας λένε "δεν μίλησες μαζί μας, μίλησες με άλλους". Ζούμε τραγελαφικές καταστάσεις».

Efsyn.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: