8.5.21

Πώς οι ΗΠΑ «μπλοκάρουν» την εξαγωγή πρώτων υλών για εμβόλια...



...του Covid-19...
Μπορεί οι Ηνωμένες Πολιτείες να άνοιξαν την συζήτηση για την απελευθέρωση των πατεντών των εμβολίων ενάντια στον Covid-19, ωστόσο δίνουν προτεραιότητα στους κατασκευαστές υλικών, που παράγονται στη χώρα και είναι απαραίτητα για τις δόσεις, προκειμένου να καταπολεμήσουν την πανδημία στο εσωτερικό.

Σύμφωνα με το... Reuters, η αμερικανική κυβέρνηση μπλοκάρει την εξαγωγή πολύτιμων πρώτων υλών για την παρασκευή των εμβολίων στην αλυσίδα εφοδιασμού. Αυτό ενισχύει τις ανισότητες στην πρόσβαση στο εμβόλιο διεθνώς, σύμφωνα με συνεντεύξεις με προμηθευτές, κατασκευαστές και εμπειρογνώμονες.


Την περασμένη Τετάρτη ο Τζο Μπάιντεν υποστήριξε την παραίτηση την παραίτηση της χώρας του από τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας για τα εμβόλια κατά του νέου κορονοϊού προκαλώντας ενθουσιασμό και ελπίδα την επιτάχυνση της παραγωγής, γιατί εάν μια τέτοια κίνηση εγκρινόταν από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου θα επέτρεπε σε άλλες χώρες να κάνουν τα δικά τους εμβόλια.

Ωστόσο, η απελευθέρωση της πατέντας δεν σημαίνει παροχή της σχετικής τεχνογνωσίας ούτε λύνει ένα εξίσου σημαντικό πρόβλημα: την αυξανόμενη έλλειψη σε όλο τον κόσμο υλικών και εξοπλισμού παραγωγής. Οι ΗΠΑ έχουν τον έλεγχο σημαντικής ποσότητας αυτών των υλικών, όπως φίλτρα, σωληνώσεις και εξειδικευμένες σακούλες μιας χρήσης, που είναι απαραίτητα για την κατασκευή εμβολίων.

Χώρες που πλήττονται από τον ιό και χρειάζονται επειγόντως τέτοιες προμήθειες -μεταξύ των οποίων η Ινδία, η οποία βρίσκεται σε βαθιά κρίση με γεμάτα τα νοσοκομεία και τα νεκροτομεία- δεν μπορούν να παράγουν εμβόλια χωρίς αυτές, ακόμη και εάν έχουν τη «συνταγή» από τις φαρμακοβιομηχανίες.

Σύμφωνα με το Reuters, το πρόβλημα απορρέει από την εξάρτηση των ΗΠΑ από νόμο της δεκαετίας του 1950, που ονομάζεται Defence Production Act (DPA) και δίνει στις ομοσπονδιακές υπηρεσίες την εξουσία να δίνουν προτεραιότητα στις παραγγελίες προμηθειών που σχετίζονται με την εθνική άμυνα. Για δεκαετίες, ο νόμος χρησιμοποιήθηκε για προμήθειες του στρατού καθώς για την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών.

Η διοίκηση Τραμπ επικαλέστηκε τον νόμο, ώστε να μπει η αμερικανική κυβέρνηση πρώτη στην ουρά για την αγορά εμβολίων αμερικανικής παραγωγής καθώς και άλλα προϊόντα που απαιτούνται για την καταπολέμηση της πανδημίας. Με τη σειρά τους, οι κατασκευαστές εμβολίων έχουν πρόσβαση κατά προτεραιότητα σε οποιεσδήποτε προμήθειες απαιτούνται για την κάλυψη των παραγγελιών των ΗΠΑ.

Η «Gavi», η Παγκόσμια Συμμαχία για τα Εμβόλια και την Ανοσοποίηση, επαίνεσε τις κινήσεις του Μπάιντεν επισημαίνοντας τη δέσμευση για υποστήριξη του μηχανισμού Covax του ΠΟΥ για τη δίκαιη διανομή εμβολίων, με 4 δισεκατομμύρια δολάρια.

Ωστόσο, απαντώντας σε ερωτήσεις σχετικά με τον DPA, η Συμμαχία σχολίασε πως η μεγαλύτερη πρόκληση για τον στόχο της Covax είναι ο περιορισμένος εφοδιασμός παγκοσμίως, καθώς «οι έλεγχοι των εξαγωγών πρώτων υλών συμβάλλουν σημαντικά σε αυτό και τελικά χρησιμεύουν μόνο για την παράταση της πανδημίας».

Ανώτερος αξιωματούχος της κυβέρνησης Μπάιντεν, μιλώντας υπό το καθεστώς ανωνυμίας, υποστήριξε πως δεν υπάρχει απαγόρευση εξαγωγής και πως όλοι οι προμηθευτές με έδρα τις ΗΠΑ συνεχίζουν να αποστέλλουν προϊόντα στο εξωτερικό, αφού δίνουν προτεραιότητα στους κατασκευαστές των ΗΠΑ.

Πρόσθεσε ότι ο επίμαχος νόμος δεν οφείλεται για τις παγκόσμιες ελλείψεις υλικών των εμβολίων και ότι τα προβλήματα δημιουργούνται από την υπερβολική ζήτηση σημειώνοντας ότι η κυβέρνησή του επενδύει σε μια αυξημένη παραγωγή πρώτων υλών.

Κριτική λόγω αύξησης των ανισοτήτων 

Τα συστατικά εμβολίων παράγονται σε όλο τον κόσμο, σε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Κίνα. Ωστόσο, ορισμένοι κορυφαίοι προμηθευτές, συμπεριλαμβανομένων των Thermo Fisher Scientific Inc (TMO.N), και Danaher Corp (DHR.N) Cytiva και Pall, εδρεύουν στις ΗΠΑ. Το Reuters δεν μπόρεσε να προσδιορίσει με ακρίβεια το μερίδιο των υλικών και του εξοπλισμού εμβολίων που κατασκευάζονται στην Αμερική.

Όμως, το ειδησεογραφικό πρακτορείο αναφέρει ότι μέσω του DPA οι Ηνωμένες Πολιτείες δημιούργησαν ένα τεράστιο σύστημα παραγωγής εμβολίων, εξασφαλίζοντας πρόσβαση σε δόσεις για τους Αμερικανούς και αυξάνοντας τα έσοδα για τις εγχώριες φαρμακευτικές.

Περίπου το 45% του πληθυσμού των ΗΠΑ έχει κάνει τουλάχιστον μία δόση. Όμως, δεκάδες άλλες χώρες, από τη Νότια Αφρική, τη Γουατεμάλα, την Ταϊλάνδη, έχουν εμβολιάσει περίπου 1% ή λιγότερο του πληθυσμού τους, σύμφωνα με στοιχεία του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.

Κατασκευαστές εμβολίων σε όλο τον κόσμο, μεταξύ των οποίων της ινδικής Serum Institute, της μεγαλύτερης μονάδα παραγωγής εμβολίων παγκοσμίως, έχουν ασκήσει κριτική στον νόμο.

Στα τέλη Απριλίου, ο διευθύνων σύμβουλος της Serum, Αντάρ Πουναουάλα, κάλεσε «εκ μέρους της βιομηχανίας εμβολίων εκτός των Ηνωμένων Πολιτειών» την Αμερική να μην κρατάει τις πρώτες ύλες. «εάν θέλουμε να ενωθούμε πραγματικά στην καταπολέμηση αυτού του ιού».

Δεν υπάρχουν σχόλια: