5.3.20

«Όμως άντεξα»...























Η Μάγδα Φύσσα μιλά στη LIFO...
εννήθηκα το 1960 στο Χαλκιόπουλο Αιτωλοακαρνανίας. Είμαι το τελευταίο παιδί μιας οικογένειας με επτά παιδιά και απόγονος του Γεώργιου Καραϊσκάκη. Μεγάλωσα στα χωριά του Βάλτου, στους κόλπους μιας αγροτικής οικογένειας, ως την ηλικία των δώδεκα ετών, οπότε αποφασίσαμε να μετακομίσουμε στην πρωτεύουσα. Ο...
πατέρας μου ήταν κτηνοτρόφος ‒μια περίοδο ήταν και αγροφύλακας‒, ενώ η μητέρα μου βοηθούσε κι εκείνη στις γεωργικές εργασίες, παρά τις αυξημένες υποχρεώσεις μιας πολύτεκνης οικογένειας. Όταν ήρθαμε στην πόλη, ο πατέρας μου δούλεψε στα λιπάσματα, ενώ η μητέρα μου παρέμεινε νοικοκυρά.
• Τα παιδικά μας χρόνια είναι αυτά που διαμορφώνουν τη ζωή μας. Οι γονείς μου ήταν άνθρωποι ανοιχτοί, με πολλή αγάπη μεταξύ τους και με δημοκρατικά ιδεώδη. Μας γαλούχησαν με τις έννοιες της ελευθερίας και της αλληλεγγύης. Απ' αυτούς διατηρώ πολύ έντονα την ανιδιοτέλεια, την ειλικρίνειά τους και, κυρίως, ότι ήταν άνθρωποι που δεν τους άρεσαν τα πολλά λόγια, προτιμούσαν τις πράξεις. Στο χωριό διαπαιδαγωγήθηκα με το αίσθημα της ανεξαρτησίας, της χειραφέτησης και της αυτονομίας. Ως παιδί ένιωθες ξέγνοιαστος, δεν είχες να φοβηθείς τίποτα και όλος ο κόσμος σού ανήκε.
• Ακόμα και σήμερα στο Κερατσίνι νιώθω «φιλοξενούμενη». Ο τόπος μου είναι εκεί, στο χωριό. Έχω συγκρατήσει στη μνήμη μου τη χαρά, τον ενθουσιασμό, τη φροντίδα και τη ζωντάνια εκείνων των χρόνων. Ύστερα ακολούθησαν οι λύπες, οι πίκρες και ο αβάσταχτος πόνος. Ωστόσο, έχω να επισκεφτώ τα μέρη όπου γεννήθηκα από το καλοκαίρι του 2013, δύο μήνες πριν δολοφονηθεί ο Παύλος. Ήταν το τελευταίο ανέμελο καλοκαίρι της ζωής μου. Συναισθηματικά και σωματικά δεν έχω τη δύναμη να βρεθώ ξανά εκεί. Από τότε που έχασα τον γιο μου δεν έχω πάει ούτε στο εξοχικό μας στη Σαλαμίνα.
• Με τον σύζυγό μου γνωριστήκαμε το 1975 και παντρευτήκαμε δύο χρόνια αργότερα. Εκείνος εργάστηκε σκληρά στα ναυπηγεία αλλά και στη Ζώνη του Περάματος. Ευτυχώς, βγήκε στη σύνταξη προτού κυριαρχήσει το χάλι με τους φασίστες στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη. Μέχρι το 2013 εργαζόμουν ανελλιπώς στον τομέα του υφάσματος. Σε μια βιοτεχνία για πέντε χρόνια και στη συνέχεια κατ' οίκον.
Υπήρχαν πολλές δύσκολες στιγμές στη διάρκεια των επτά ετών. Όμως η χειρότερη ήταν να ακούς στο δικαστήριο το σύνθημα «αίμα - τιμή - Χρυσή Αυγή» και να σου λένε: «Πού είναι ο Παύλος σου τώρα;». Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LifO

Υπήρχαν πολλές δύσκολες στιγμές στη διάρκεια των επτά ετών. Όμως η χειρότερη ήταν να ακούς στο δικαστήριο το σύνθημα «αίμα - τιμή - Χρυσή Αυγή» και να σου λένε: «Πού είναι ο Παύλος σου τώρα;». Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LifO


• Ο Παύλος γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1979 και η κόρη μου, η Ειρήνη, το 1983. Ο γιος μου ήταν ένα παιδί ζωηρό, δυναμικό και πρόλαβε να χορτάσει τις εποχές της αλάνας και του ατελείωτου παιχνιδιού. Του άρεσε πολύ το διάβασμα, είχε πολλά ερεθίσματα και τα εξέφραζε μέσω των στίχων και της μουσικής. Ο Παύλος μεγάλωσε σε μια φτωχή περιοχή και γνώρισε από νωρίς την αδικία και την ανισότητα. Κάποτε τον ρώτησα γιατί τα τραγούδια του βγάζουν τόσο πόνο κι εκείνος μου είπε: «Αν δεν με είχατε μάθει να αγαπάω, δεν θα μπορούσα να διακρίνω τη δυστυχία που υπάρχει εκεί έξω».   
• Όλα άλλαξαν στις 18 Σεπτεμβρίου του 2013. Τον θυμάμαι από τον Αύγουστο του ίδιου έτους να τον απασχολεί κάτι. Εκεί που ήταν χαρούμενος, βυθιζόταν στις σκέψεις του. Παρότι είχε τακτοποιήσει το εργασιακό του μέλλον, τον παρατηρούσα μερικές φορές και έδειχνε σαν να ήταν σε κατάθλιψη. Ήταν γύρω στις 5 το απόγευμα όταν τον φίλησα, τον χαιρέτησα, με την κοπέλα του τη Χρύσα, και είπαμε ότι θα πιούμε τον καφέ μας στο μπαλκόνι το επόμενο πρωί. Αυτή ήταν η τελευταία φορά που τον είδα ζωντανό. Αργά το βράδυ, ο κλήρος έπεσε στον σύζυγό μου να με ενημερώσει. Στην αρχή μού είπαν ότι είχε χτυπήσει. Δεν τους πίστεψα. Ήξερα ότι είχε συμβεί κάτι σοβαρό. Όταν άνοιξα την πόρτα, θυμάμαι ότι είπα στον Τάκη: «Μέχρι εδώ ήταν;». Αλλά είχα μια ρημάδα ελπίδα μήπως και...   
• Ξανασυνάντησα τον γιο μου στις 3 μετά τα μεσάνυχτα στον νεκροθάλαμο του Γενικού Κρατικού Νίκαιας. Πολύς κόσμος γύρω μου, αλλά κανείς δεν μου μίλαγε. Μετά από λίγο είδα το άψυχο σώμα του. Προσπάθησα να τον ζεστάνω. Ήθελα να φύγουμε από κει μέσα. Δεν μπορούσα να τον αποχωριστώ. Τρεις μαχαιριές. Είδα τα τραύματα στον πνεύμονα και στην καρδιά. Από τότε, ούτε ο Παύλος έχει εμάς ούτε εμείς αυτόν. Μου λείπει. Όλα μου λείπουν. Η παρουσία του, οι κινήσεις του, η φωνή του. Κι εκείνη η πόρτα που, πλέον, δεν ανοίγει. Από τότε ξεκίνησε ο γολγοθάς μας.

Διαβάστε ολόκληρη την συνέντευξη της κυρίας Φύσσα, ΕΔΩ...

Δεν υπάρχουν σχόλια: