30.7.15

Πώς ο Σόιμπλε ξεφτίλιζε και την Γαλλία...


Άρθρο του Γιάνη Βαρουφάκη που φιλοξενείται στο τεύχος του Αυγούστου της μηνιαίας γαλλικής εφημερίδας "Le Monde Diplomatique"...
Κατά την πρώτη μου συνάντηση του Eurogroup (1), στις 11 Φεβρουαρίου, έδωσα στους συνομιλητές μου ένα απλό μήνυμα: «Η κυβέρνησή μας θα είναι ένας...
αξιόπιστος εταίρος.  Θα κάνουμε τα πάντα για να βρεθεί κοινό έδαφος με το Eurogroup, με βάση μια τριπλή στρατηγική για την αντιμετώπιση των οικονομικών προβλημάτων της Ελλάδας: 1. Μια σειρά από βαθιές μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των θεσμών μας και την καταπολέμηση της διαφθοράς, της φοροδιαφυγής, της ολιγαρχίας και  την τοκογλυφία 2. Εξυγίανση των οικονομικών του κράτους, μέσω ενός πρωτογενούς πλεονάσματος (2) μετρίου μεν αλλά βιώσιμου, το οποίο δεν απαιτεί υπερβολικές προσπάθειες του ιδιωτικού τομέα 3. Εξορθολογισμό, ή αναδιάρθρωση της δομής του χρέους μας, έτσι ώστε να επιτευχθεί αυτό το πρωτογενές πλεόνασμα κι ένας ρυθμός ανάπτυξης που απαιτείται για τη βελτιστοποίηση της αποπληρωμής των πιστωτών μας». 


Λίγες ημέρες νωρίτερα, στις 5 Φεβρουαρίου, έκανα την πρώτη μου επίσκεψη στον κ. Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών. Προσπάθησα να τον διαβεβαιώσω, ότι θα μπορούσε να υπολογίζει σ’εμάς για τη διατύπωση προτάσεων, οι οποίες δεν θα ήταν μόνο προς το συμφέρον του ελληνικού λαού αλλά και όλων των ευρωπαϊκών λαών - Γερμανών, Γάλλων, Σλοβάκων, Φινλανδών, Ισπανών, Ιταλών, κλπ.

Δυστυχώς, καμία από τις ευγενείς προθέσεις μας δεν κίνησε κανένα ενδιαφέρον από τους ανθρώπους που έχουν τα ήνια της Ένωσης. Αυτό το σκληρό μάθημα επρόκειτο να το μάθουμε στους πέντε μήνες διαπραγματεύσεων που θα ακολουθούσαν...


Στις 30 Ιανουαρίου, λίγες ημέρες μετά τον διορισμό μου ως Υπουργό Οικονομικών, ο Πρόεδρος του Eurogroup, κ. Γερούν Ντάισελμπλουμ, με επισκέφθηκε. Μετά βίας είχαν περάσει λίγα λεπτά, όταν με ρώτησε τι προτίθεμαι να πράξω για το μνημόνιο, τη συμφωνία που η προηγούμενη κυβέρνηση είχε υπογράψει με την «τρόικα». Του είπα ότι η κυβέρνησή μας εκλέχθηκε για να επαναδιαπραγματευθεί. Εν συντομία, ότι θα επιδιώξει την αναθεώρηση, σε γενικές γραμμές, των δημοσιονομικών πολιτικών και των μέτρων που είχαν προκαλέσει τόσο μεγάλη ζημιά κατά την τελευταία πενταετία: Πτώση του ενός τρίτου του εθνικού εισοδήματος και κινητοποίηση ολόκληρης της κοινωνίας ενάντια στην ιδέα των μεταρρυθμίσεων.


Η απάντηση του κ. Ντάισελμπλουμ ήταν άμεση και κατηγορηματική: «Δεν γίνεται αυτό. Ή μνημόνιο ή αποτυχία του προγράμματος.» Με άλλα λόγια: Ή αποδεχόμαστε τις πολιτικές που επιβλήθησαν στις προηγούμενες κυβερνήσεις, παρόλο που έχουμε εκλεγεί για να τις αμφισβητήσουμε, δεδομένου ότι είχαν αποτύχει τόσο οικτρά, ή οι τράπεζες μας θα παρέμεναν κλειστές. Γιατί, μιλώντας με συγκεκριμένους όρους, αυτό συνεπάγεται μια «αποτυχία του προγράμματος» ενός κράτους μέλους, το οποίο δεν βρίσκει πρόσβαση στην αγορά: Η ΕΚΤ παύει κάθε χρηματοδότηση προς τις τράπεζες, οι οποίες στη συνέχεια δεν έχουν άλλη επιλογή από το κλείσιμο τους και την παύση λειτουργίας των ΑΤΜ τους.


Αυτή η καθόλου συγκαλυμμένη προσπάθεια εκβιασμού μιας κυβέρνησης μόλις εκλεγμένης ​δημοκρατικά, δεν ήταν η μόνη. Κατά τη συνεδρίαση του Eurogroup, έντεκα ημέρες αργότερα, ο κ. Ντάισελμπλουμ επιβεβαίωσε την περιφρόνησή του για τις πιο στοιχειώδεις δημοκρατικές αρχές. Αλλά ο Σόιμπλε ήταν σε θέση να τον ανταγωνιστεί. Ο Υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, Μισέλ Σαπέν, έλαβε το λόγο με στόχο να τους καλέσει όλους, ώστε να βρεθεί ένα συμβιβασμός ανάμεσα στη διάρκεια της συμφωνίας, που ήταν ακόμα σε ισχύ και στο δικαίωμα του ελληνικού λαού να μας δώσει εντολή να επαναδιαπραγματευθούμε σημαντικές διατάξεις της συμφωνίας. Μιλώντας λίγο μετά από αυτόν, ο Σόιμπλε δεν θα χάσει ούτε στιγμή να επαναφέρει τον κ. Σαπέν σ’αυτό που θεωρούσε εκείνος ως τάξη: «Δεν μπορούμε να αφήσουμε τις εκλογές να αλλάξουν κάτι», είπε έτσι κοφτά, με μια μεγάλη πλειοψηφία των υπουργών να ακούν την γνώμη του σεφ.


Έχω χάσει τον λογαριασμό πόσες φορές βρεθήκαμε μπροστά στο φάντασμα του κλεισίματος των τραπεζών μας, επειδή αρνούμασταν να δεχθούμε ένα πρόγραμμα το οποίο είχε αποδείξει την αναποτελεσματικότητα του. Οι πιστωτές και το Eurogroup έκλειναν τα αφτιά στα οικονομικά επιχειρήματά μας. Ήθελαν να παραδοθούμε. Με κατηγόρησαν ακόμη και για το ότι τόλμησα να τους διδάξω ένα μάθημα»...


Η είσοδος των τεχνοκρατών στον γύρο των διαπραγματεύσεων επιβεβαίωσε τους χειρότερους φόβους μας. Δημοσίως, οι πιστωτές διατυμπάνιζαν την επιθυμία τους να πάρουν τα χρήματά τους και να δουν την Ελλάδα να κάνει μεταρρυθμίσεις. Στην πραγματικότητα, είχαν ένα στόχο: Να ταπεινώσουν την κυβέρνησή μας και να μας αναγκάσουν να συνθηκολογήσουμε, ακόμη και αν αυτό σήμαινε την οριστική αδυναμία των δανειστριών χωρών να ανακτήσουν τα λεφτά τους ή την αποτυχία του προγράμματος των μεταρρυθμίσεων που μόνο εμείς θα μπορούσαμε να πείσουμε τους Έλληνες να το αποδεχθούν.


Πολλές φορές προτείναμε να επικεντρωθούν οι νομοθετικές προσπάθειές μας σε τρεις ή τέσσερις τομείς, σε συμφωνία με τους «θεσμούς»: Μέτρα για τη μείωση της φοροδιαφυγής, για την προστασία της δημοσιονομίας από τις πιέσεις της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας, για  την καταπολέμηση της διαφθοράς κατά την ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων, για τη μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος, κ.λπ. Κάθε φορά η απάντηση ήταν η ίδια: «Φυσικά και όχι! Κανένας νόμος δεν έπρεπε να ψηφιστεί πριν από μια ενδελεχή επανεξέταση της κατάστασής μας». 


Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο, ΕΔΩ...

Δεν υπάρχουν σχόλια: