18.12.17

Τα 3+3 «παραδοτέα» του υπουργείου Παιδείας...

Φόρτο «νομοθετικής εργασίας» ανέλαβε το υπουργείο Παιδείας με τις διατάξεις για το αναθεωρημένο μνημόνιο που...
υπέγραψε με την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης.

Ας δούμε λοιπόν τις «Οδηγίες» του ΟΟΣΑ για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα (απόσπασμα από το συμπληρωματικό μνημόνιο, σελίδα 27) με τις οποίες έχει συμφωνήσει το υπουργείο Παιδείας:

«Οι Αρχές [Υπουργείο Παιδείας] θα αντιμετωπίσουν τις συστάσεις της νέας έκθεσης του ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης) για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα μέσα από ένα στέρεο πρόγραμμα δράσης ώς τον Μάιο του 2018. Μια προκαταρκτική έκθεση δημοσιεύτηκε από τον ΟΟΣΑ τον Ιούλιο του 2017, το σχέδιο της έκθεσης θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι τον Ιανουάριο του 2018 και η τελική έκθεση ώς τον Απρίλιο του 2018».

Σε συμφωνία με τους θεσμούς, οι Αρχές, μέχρι τον Μάιο του 2018, θα πρέπει (κύρια παραδοτέα):

 Να υιοθετήσουν νομικά μέτρα για τους μελλοντικούς διορισμούς και την αξιολόγηση των διευθυντών και των ανώτερων διοικητικών στελεχών της εκπαίδευσης, ώστε να διασφαλίσουν μια αποπολιτικοποιημένη, διάφανη και αξιοκρατική διαδικασία, συμπεριλαμβανομένης της εμπλοκής του ΑΣΕΠ σε σχετικές επιτροπές και να αναβαθμίσουν τον ρόλο τους στις σχολικές μονάδες, καθώς και να διασαφηνίσουν τις επαγγελματικές τους προοπτικές.

 Να ψηφίσουν νόμο που θα αναβαθμίζει τις επιτροπές αξιολόγησης.

 Να ψηφίσουν νόμο για την αξιολόγηση των ανώτερων εκπαιδευτικών στελεχών, την αυτοαξιολόγηση των σχολείων και την ορθολογική χρήση των πόρων.

Μέχρι τον Μάιο του 2018 θα υιοθετήσουν μια στρατηγική για την αρχική και τη συνεχή εκπαίδευση των εκπαιδευτικών στην προσχολική, πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Οι Αρχές θα συμφωνήσουν με τους θεσμούς τις δημοσιονομικές διαστάσεις των αλλαγών στην οργάνωση της δευτεροβάθμιας και της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και θα διασφαλίσουν τα έσοδα των ΑΕΙ και ΑΤΕΙ, που θα προέρχονται από δίδακτρα για τη φοίτηση, υπηρεσίες προς τρίτους και την εκμετάλλευση της ιδιοκτησίας των Πανεπιστημίων.

 
 Τα επόμενα βήματα

Οι Αρχές έχουν κάνει βήματα προς την κατεύθυνση της σύγκλισης με τις βέλτιστες πρακτικές του ΟΟΣΑ σχετικά με τις διδακτικές ώρες ανά εκπαιδευτικό και τις αναλογίες των μαθητών ανά τάξη και ανά εκπαιδευτικό. Ως επόμενο βήμα και ως πρωταρχική ενέργεια οι Αρχές θα υιοθετήσουν νομοθεσία για:

i) Την υποχρεωτική παρουσία των εκπαιδευτικών στα σχολεία για 30 ώρες την εβδομάδα.

ii) Τα κριτήρια και το χρονοδιάγραμμα για τη συγχώνευση σχολικών μονάδων, ξεκινώντας από τη σχολική χρονιά 2018-19.

iii) Την εξαίρεση της ώρας του διαλείμματος για γεύμα από τις διδακτικές ώρες των εκπαιδευτικών.

Οι Αρχές, σε συνεργασία με τον ΟΟΣΑ, θα επανεξετάσουν όλους τους σχετικούς δείκτες, συμπεριλαμβανομένων και των νεότερων στοιχείων, ώς τον Απρίλιο του 2018.

Το πλαίσιο για τις απολύσεις που νομοθετήθηκε στο άρθρο 56 της Πράξης για την Ιδιωτική Εκπαίδευση του Ν. 4472/2017 θα αξιολογηθεί μέχρι τον Μάρτιο του 2018 και εάν είναι απαραίτητο οι τροποποιήσεις θα συμφωνηθούν με τους θεσμούς, θα νομοθετηθούν ώς τον Απρίλιο του 2018 και θα εφαρμοστούν από τη σχολική χρονιά 2018-19.

Τις προηγούμενες μέρες είχαμε για άλλη μία φορά δημοσιεύματα για επικείμενη αύξηση του διδακτικού ωραρίου, αυτή τη φορά ως απαίτηση των δανειστών προκειμένου να κλείσει η τρίτη αξιολόγηση.

Το υπουργείο έσπευσε να διαψεύσει κατηγορηματικά ότι υπάρχει τέτοια πρόθεση, ωστόσο η πρόσφατη εμπειρία διδάσκει ότι κάτι τέτοιο μάλλον περισσότερο θα πρέπει να μας ανησυχεί παρά να μας εφησυχάζει.

Πάνω απ’ όλα όμως μια νέα αύξηση του ωραρίου είναι πιθανή, γιατί μόνο έτσι μπορούν να επιτευχθούν τα δυσθεώρητα πρωτογενή πλεονάσματα σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα που έχει συμφωνήσει η κυβέρνηση με τους δανειστές.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η αύξηση του εβδομαδιαίου ωραρίου ακόμη και κατά μία ώρα για τους 60.000 εκπαιδευτικούς της τάξης επαρκεί για να εκμηδενιστούν όλες οι προσλήψεις αναπληρωτών στη Δευτεροβάθμια μέσω του τακτικού προϋπολογισμού.


Η ενδιάμεση έκθεση

Σήμερα ο ΟΟΣΑ έχει ήδη παραδώσει την ενδιάμεση έκθεση αξιολόγησης του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος και αναμένεται η παράδοση της τελικής έκθεσης, η οποία θα δρομολογήσει και τις εξελίξεις αναφορικά με το ωράριο.

Το πότε αυτή θα υλοποιηθεί ή το ποια μορφή θα έχει (αν θα είναι οριζόντια, αν θα στοχεύσει κυρίως στο ωράριο των παλαιότερων εκπαιδευτικών, αν θα αυξηθούν τα απαιτούμενα χρόνια για να αλλάξει κάποιος κλιμάκιο ωραρίου κτλ.) είναι ερωτήματα των οποίων οι απαντήσεις εξαρτώνται από τη γενικότερη πολιτική και δημοσιονομική συγκυρία αλλά και από τα αντανακλαστικά και τις αντιστάσεις των εκπαιδευτικών.

Επικοινωνιακά το έδαφος για την αύξηση του διδακτικού ωραρίου έχει στρωθεί εδώ και χρόνια με τα μονότονα επαναλαμβανόμενα δημοσιεύματα που επιχειρούν να εμφανίσουν τους Ελληνες εκπαιδευτικούς σαν τους «τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας».

Ας τα ξεκαθαρίσουμε λοιπόν με τη βοήθεια της έρευνας του εκπαιδευτικού αναλυτή Γιάννη Βαρδαλαχάκη:

Το μέσο εβδομαδιαίο διδακτικό ωράριο στην Ελλάδα είναι 20,5 ώρες, την ώρα που ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 20. Μάλιστα το μέγιστο ωράριο των 23 ωρών είναι ένα από τα μεγαλύτερα πανευρωπαϊκά, καθώς μόνο στη Γερμανία (28 ώρες), στη Φινλανδία, στο Βέλγιο και στην Κύπρο (24 ώρες) συναντάμε εκπαιδευτικούς που διδάσκουν εβδομαδιαίως περισσότερες ώρες από έναν Ελληνα καθηγητή με λιγότερα από έξι χρόνια υπηρεσίας. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι σε κάποιες περιπτώσεις οι παραπάνω ώρες διδασκαλίας συνοδεύονται από υψηλότερες αποδοχές ή μικρότερο αριθμό μαθητών ανά τάξη.

Οι εργάσιμες εβδομάδες είναι 39 στη χώρα μας έναντι 38 του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Το περίφημο δίμηνο των καλοκαιρινών διακοπών συναντάται, εκτός από την Ελλάδα, στην Αυστρία (2,5 μήνες), το Βέλγιο, την Κύπρο, τη Γαλλία, το Λουξεμβούργο, τη Μάλτα, την Πολωνία, την Ισπανία και τη Β. Ιρλανδία, ενώ στις υπόλοιπες χώρες οι διακοπές είναι διάσπαρτες κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους.

Οι ετήσιες ημέρες διδασκαλίας είναι πράγματι λιγότερες (153 έναντι 176), αυτό ωστόσο οφείλεται αποκλειστικά στη σχεδόν δίμηνη μετατροπή των σχολείων σε εξεταστικά κέντρα κατά τις περιόδους του Ιουνίου και του Σεπτεμβρίου. Αυτός είναι και ο βασικός παράγοντας που συμβάλλει στο να εμφανίζονται οι Ελληνες εκπαιδευτικοί ότι διδάσκουν λιγότερο από τον διεθνή μέσο όρο ετησίως.


Η παραδοχή

Ακόμη και ο ΟΟΣΑ παραδέχεται ότι ο συνολικός χρόνος που περνούν οι εκπαιδευτικοί στο σχολείο στην Ελλάδα είναι σημαντικά μεγαλύτερος του διεθνούς μέσου όρου (1.170 ώρες έναντι 1.030).

Εδώ θα πρέπει να επισημανθεί επίσης ότι οι Ελληνες εκπαιδευτικοί μετά την αποχώρησή τους από το σχολείο επιφορτίζονται με μεγαλύτερο φόρτο εργασίας σε όρους προετοιμασίας, διόρθωσης γραπτών και εργασιών κ.ά. εξαιτίας της ενασχόλησής τους με άσχετα προς το αντικείμενο της διδασκαλίας καθήκοντα (γραμματειακή υποστήριξη) κατά την παραμονή τους σε αυτό.

Τέλος, ένα ζήτημα για το οποίο σπάνια γίνεται λόγος είναι η μισθολογική απαξίωση, καθώς όποιον μισθολογικό δείκτη και αν επιλέξει κανείς είναι ξεκάθαρο ότι οι Ελληνες εκπαιδευτικοί κατατάσσονται στους χειρότερα αμειβόμενους πανευρωπαϊκώς.

Κλείστε τα μικρά σχολεία


Σχολική τάξη 
Για τους εμπειρογνώμονες του ΟΟΣΑ «τα αποτελέσματα του διδακτικού χρόνου για τους μαθητές, του χρόνου διδασκαλίας για τους δασκάλους, αλλά κυρίως του εκτιμώμενου μεγέθους της τάξης, το οποίο είναι σαφώς χαμηλότερο του μέσου όρου του ΟΟΣΑ, είναι οι παράγοντες που συμβάλλουν στην υψηλή αναλογία μισθολογικού κόστους ανά μαθητή».

Σημειώνει συγκεκριμένα ο ΟΟΣΑ:

◾ «Είναι αναποτελεσματικό το δίκτυο μικρών σχολείων, μικρός αριθμός μαθητών ανά δάσκαλο και μικρό μέγεθος τάξης. Η Ελλάδα είναι μια χώρα με μικρά σχολεία. Περισσότερα από 1.300 Δημοτικά σχολεία έχουν λιγότερους από 25 μαθητές και περισσότερα από 250 Γυμνάσια και 70 Λύκεια έχουν λιγότερους από 50 μαθητές. Ελάχιστα σχολεία έχουν εγγεγραμμένους περισσότερους από 400 μαθητές και είναι κυρίως σχολεία ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης».

◾ «Δεν είναι ευθυγραμμισμένος ο αριθμός διδακτικών ωρών ανά μέλος του προσωπικού, καθώς και η αναλογία μαθητών ανά τάξη και ανά εκπαιδευτικό».

◾ «Ο φόρτος εργασίας των εκπαιδευτικών ετησίως είναι σημαντικά μικρότερος απ’ ό,τι σε άλλες χώρες του ΟΟΣΑ, ειδικότερα στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο».

Και αφού καταλήγει στη διάγνωση, μετά προτείνει και τη «θεραπευτική αγωγή»:

1. Εξορθολογισμός του σχολικού δικτύου ως βασική προτεραιότητα του υπουργείου Παιδείας. Τα ελάχιστα μεγέθη κυμαίνονται σε: 75 μαθητές στα δημοτικά σχολεία, 150 μαθητές στα Γυμνάσια, 250 μαθητές στα Λύκεια.

2. Ευελιξία μέσω επιμόρφωσης και υλικοτεχνικής ψηφιακής υποδομής, έτσι ώστε τα σχολεία που για γεωγραφικούς λόγους δεν είναι μεγάλα να μπορούν να λειτουργούν με λιγότερο προσωπικό. Αφορά κυρίως σχολεία σε ορεινά και νησιά.

3. Αύξηση του φόρτου εργασίας των εκπαιδευτικών στους μέσους όρους της Ε.Ε. και του ΟΟΣΑ, εστιασμένη στην αύξηση του φόρτου εργασίας των πιο έμπειρων εκπαιδευτικών...


efsyn.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: