2.2.19

Ανοίγουν ξανά οι δουλειές για τους εργολάβους των πολέμων...


Δεκαέξι χρόνια μετά την αμερικανική επέμβαση στο Ιράκ και την παγίωση έκτοτε της αστάθειας στη διαλυμένη χώρα, η ιστορία δείχνει να επαναλαμβάνεται στο Αφγανιστάν και...
στη Συρία.

Στον δεύτερο χρόνο της θητείας του στον Λευκό Οίκο, ένας Αμερικανός πρόεδρος -εν προκειμένω ο Ντόναλντ Τραμπ- σπεύδει να διακηρύξει ότι στη μάχη κατά της τρομοκρατίας «η αποστολή εξετελέσθη», προαναγγέλλοντας αυτή τη φορά στρατιωτική αποχώρηση από τη συριακή επικράτεια και εξετάζοντας πια αντίστοιχες επιλογές και για τα αφγανικά εδάφη.

Οπως συνέβη ωστόσο και επί των ημερών του Τζορτζ Γ. Μπους, έτσι και τώρα, προεδρικές διακηρύξεις σαν κι αυτές δεν σημαίνουν απαραίτητα ότι οι Αμερικανοί αποχωρούν οριστικά και πλήρως.

Υπάρχει εξάλλου πάντα η εφαρμοσμένη εναλλακτική της συγκαλυμμένης δράσης των ειδικών δυνάμεων ή, ακόμη πιο βολικά από νομικής πλευράς για την κυβέρνηση της Ουάσινγκτον, των γνωστών και μη εξαιρετέων μισθοφόρων.

Ειδικά το τελευταίο σενάριο φούντωσε μετά τη διαφημιστική επανεμφάνιση της Blackwater, κατεξοχήν φορέα ιδιωτικοποίησης των εξωχώριων πολέμων των ΗΠΑ.

«ΕΡΧΟΜΑΣΤΕ» αναγράφεται σιβυλλικά στην ολοσέλιδη διαφήμιση, σε ολόμαυρο φόντο και πάνω από το λογότυπο της διαβόητης εταιρείας, που καταχωρίστηκε στο τεύχος Ιανουαρίου/Φεβρουαρίου του περιοδικού Recoil για τους λάτρεις των όπλων.

Το ότι τελικά διαπιστώθηκε πως η διαφήμιση αφορά την εταιρεία πυρομαχικών Blackwater Ammunition, με έδρα τη Μάλτα, λίγο διασκέδασε τις εντυπώσεις.

Ο ένας εκ των δύο συνιδρυτών της είναι ο... πανταχού παρών Ερικ Πρινς: πάλαι ποτέ μέλος της επίλεκτης μονάδας Navy SEALs των ΗΠΑ, πρώην μέλος μυστικής ομάδας κρούσης της CIA, ιδρυτής (το 1997) της Blackwater και χρυσοπληρωμένος υπερεργολάβος των αμερικανικών επεμβάσεων στα ιρακινά και τα αφγανικά εδάφη.

Λίγους μήνες αφότου το Ιράκ απαγόρευσε την ασύδοτη δράση της Blackwater στα εδάφη του, το 2009, η ιδιωτική εταιρεία παροχής υπηρεσιών ασφαλείας μετονομάστηκε, πωλήθηκε και επαναλειτούργησε το 2011 με έδρα τη Βιρτζίνια, υπό νέα ιδιοκτησία και με την επωνυμία Academi.

Το ότι ο δισεκατομμυριούχος πλέον Ερικ Πρινς διαρρυγνύει τα ιμάτιά του πως δεν έχει καμία σχέση με τη νέα εταιρεία ουδόλως σημαίνει ότι έμεινε έκτοτε αδρανής. Τουναντίον, επέκτεινε τη δράση του και η όρεξή του άνοιξε για ακόμη πιο προσοδοφόρες μπίζνες...

Αμέσως μετά την πώληση της Blackwater, το 2010, μετακόμισε στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Εκεί λέγεται ότι ανέπτυξε ισχυρούς δεσμούς με τον πρίγκιπα-διάδοχο και υπαρχηγό του στρατεύματος, Μοχάμεντ Μπιν Ζαγιέντ.

Κατά τους New York Times, βοήθησε το Αμπου Ντάμπι μέχρι και στη συγκρότηση ενός μίνι στρατού μισθοφόρων (κυρίως από χώρες της Λατινικής Αμερικής), μέλη του οποίου αργότερα ρίχτηκαν στη μάχη κατά των σιιτών ανταρτών Χούθι στην Υεμένη.

Στο Αμπου Ντάμπι έχει έδρα εν τω μεταξύ η Frontier Resources Group (FRG), που ο Ερικ Πρινς ίδρυσε το 2012: «Μια μη εισηγμένη εταιρεία διαχείρισης κεφαλαίων, που επενδύει σε ευκαιρίες φυσικών πόρων στις λιγότερο ανεπτυγμένες αγορές», όπως αναφέρει λακωνικά στην ιστοσελίδα της, δίνοντας -σύμφωνα με το Bloomberg- έμφαση «στην Αφρική και σε ασταθείς περιοχές του κόσμου».

«Φαίνεται ότι ο Πρινς κατέληξε στο συμπέρασμα πως η δράση εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον τομέα των φυσικών πόρων και έχουν ως προσωπικό πρώην μισθοφόρους, όπως η δική του FRG, μπορεί να περνά απαρατήρητη», σχολιάζουν ο αναλυτής Ντέιβιντ Αϊζενμπεργκ και ο δημοσιογράφος Αντριου Σάλμον σε άρθρο τους στους Asia Times.

Το... γλυκό πάντως έδεσε καλύτερα το 2014, με την ίδρυση από τον Πρινς της εταιρείας υπηρεσιών ασφαλείας Frontier Services Group (FSG), με έδρα το Χονγκ Κονγκ. Το μότο της: «Ενσωματώνοντας την ασφάλεια, την επιμελητειακή υποστήριξη και υπηρεσίες ασφαλίσεων σε εξατομικευμένες λύσεις, βοηθούμε τους πελάτες μας να ξεπεράσουν πολύπλοκες προκλήσεις για την πραγμάτωση μεγαλύτερων ευκαιριών».

Μια ολοκληρωμένη πρόταση

Η απεχθής δράση της Blackwater στο Ιράκ διεκόπη το 2009 με απόφαση της κυβέρνησης της Βαγδάτης
Η απεχθής δράση της Blackwater στο Ιράκ διεκόπη το 2009 με απόφαση της κυβέρνησης της Βαγδάτης


Με όχημα λοιπόν αυτές τις εταιρείες, η δράση του γνωστού και ως «εμπόρου του θανάτου» έφτασε στη Σομαλία, στο Νότιο Σουδάν και στο Κονγκό, μέχρι και στο Αζερμπαϊτζάν και στην αυτόνομη περιοχή των Ουιγούρων του Σιντζιάνγκ στη βορειοδυτική Κίνα.

Από το 2017 δε, ο Ερικ Πρινς προωθεί πεισματικά στον Λευκό Οίκο πρόταση για αντικατάσταση των 23.000 στρατιωτών της ΝΑΤΟϊκής αποστολής στο Αφγανιστάν με 6.000 μισθοφόρους του και 2.000 μέλη των ειδικών δυνάμεων των ΗΠΑ, που θα συνδράμουν τις αφγανικές δυνάμεις και θα αναφέρονται -με ενδιάμεσο- στον Αμερικανό πρόεδρο.

Σε αρχικό στάδιο, το εν λόγω σχέδιο λέγεται ότι είχαν απορρίψει κατηγορηματικά οι τότε υπουργοί Αμυνας, Τζέιμς Μάτις, και Εξωτερικών, Ρεξ Τίλερσον, καθώς και ο τότε σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, στρατηγός Χ.Ρ. Μακμάστερ. Τώρα, ωστόσο, έχουν απομακρυνθεί και οι τρεις από το πολιτικό προσκήνιο των ΗΠΑ. Κατά πολλούς, ο δρόμος για τον Πρινς δείχνει πλέον ανοιχτός...

Τον Μάτις αντικατέστησε ο μέχρι πρότινος υφυπουργός του, Πάτρικ Σάναχαν, πρώην στέλεχος της Boeing. Τη θέση του Μακμάστερ πήρε ο σκληροπυρηνικός Τζον Μπόλτον. Στο πόστο του πετρελαιά της ExxonMobil, Τίλερσον, διορίστηκε ο Μάικ Πομπέο, πρώην ιδιοκτήτης αεροναυπηγικής-διαστημικής εταιρείας και πρώην αρχηγός της CIA.

Ειδικά ο τελευταίος φέρεται, σύμφωνα με το Forbes και τους Financial Times, να βλέπει με πολύ καλό μάτι την πρόταση του Πρινς. Πόσο μάλλον τώρα που στον Λευκό Οίκο εξετάζεται πλέον επί χάρτου η πλήρης στρατιωτική αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν, μετά την επίτευξη προ ημερών προσχεδίου συμφωνίας με τους πάλαι ποτέ ντόπιους εχθρούς, τους Ταλιμπάν.

Από το περασμένο καλοκαίρι εν τω μεταξύ, αναφέρουν οι New York Times, ο Πρινς μετέβη προσωπικά στο Αφγανιστάν για να παρουσιάσει το σχέδιό του σε κυβερνητικούς αξιωματούχους.

Στο μεσοδιάστημα, αναφέρει ο αμερικανικός ιστότοπος Daily Beast, «εκπρόσωποι της εταιρείας του FSG είχαν συναντήσεις με Αφγανούς αξιωματούχους με αντικείμενο τις ευκαιρίες που ανοίγονται στον εγχώριο μεταλλευτικό τομέα».

Εκτός από χρυσό και χαλκό, στη χώρα εκτιμάται ότι βρίσκονται τα μεγαλύτερα αποθέματα ορυκτού λιθίου στον κόσμο (βασική πρώτη ύλη για πολλά, από απλές μπαταρίες μέχρι πυρηνικά όπλα). Συνολικά δε, ο πλούτος των φυσικών πόρων του Αφγανιστάν αποτιμάται κοντά στο ένα τρισ. δολάρια.

Κατά τον Σιν Μακφέτ, πρώην αξιωματικό του αμερικανικού στρατού, μετέπειτα μισθοφόρο και συγγραφέα (τελευταίο βιβλίο του το «Οι νέοι κανόνες του πολέμου: νίκη στην εποχή της διαρκούς αταξίας»), η συγκυρία δείχνει τέλεια για την ευόδωση του σχεδίου του Πρινς.

Δεδομένου μάλιστα ότι ο Ντόναλντ Τραμπ αναζητά «απλές λύσεις σε περίπλοκα προβλήματα», θεωρεί πολύ πιθανή αυτή την εκδοχή.

Αυτή τη φορά εμπλουτισμένη μάλιστα με... ολίγη από Συρία, όπου οι εξελίξεις τρέχουν γρηγορότερα, καθώς, όπως εξηγεί στους Asia Times, τα συριακά εδάφη «αποτελούν τώρα την καλύτερη ευκαιρία για να δείξει πόσο εφαρμόσιμη είναι στην πράξη η ιδέα του» και στο Αφγανιστάν.

Ο πρόθυμος μισθοφόρος
Η απεχθής δράση της Blackwater στο Ιράκ διεκόπη το 2009 με απόφαση της κυβέρνησης της Βαγδάτης


«Η αμερικανική ιστορία βρίθει συμπράξεων μεταξύ ιδιωτών και Δημοσίου, σε μέρη όπου δεν θα έπρεπε να βρίσκεται ένας εξαιρετικά δαπανηρός στρατός και όπου ο ιδιωτικός τομέας μπορεί να αναπληρώσει το κενό», ανέφερε προ ημερών ο ίδιος ο Ερικ Πρινς, σε συνέντευξή του στο υπερσυντηρητικό (και φιλο-τραμπικό) δίκτυο Fox News.

«Οι ΗΠΑ», πρόσθεσε εξειδικεύοντας, «δεν έχουν μακροπρόθεσμη στρατηγική υποχρέωση να μείνουν στη Συρία. Πιστεύω όμως ότι δεν είναι καλή ιδέα να εγκαταλείψουμε τους συμμάχους μας», τουτέστιν τους Κούρδους της Συρίας.

«Εάν δεν υπάρξει κάποιου είδους στιβαρή αμυντική ικανότητα έναντι μιας χερσαίας εισβολής από τη συμβατική ισχύ που διαθέτουν οι Ιρανοί και οι Σύροι, οι σύμμαχοί μας θα συνθλιβούν», επισήμανε, αφήνοντας επιμελώς εκτός στρατιωτικής «εξίσωσης» την πολεμοχαρών τόνων Τουρκία.

Τι προτείνει λοιπόν και εδώ ο Πρινς για την αναπλήρωση του στρατηγικού κενού στην πετρελαιοπαραγωγό Συρία μετά την εκπλήρωση της προεκλογικής δέσμευσης Τραμπ για τερματισμό της άμεσης αμερικανικής εμπλοκής σε «ατέρμονους πολέμους»; Τι άλλο, παρά την ανάπτυξη «ιδιωτών στρατιωτικών εργολάβων». Τουτέστιν μισθοφόρων...

Από τα μέσα Ιανουαρίου άρχισε, μάλιστα, σειρά επαφών στην Ουάσινγκτον με πολιτικούς, λομπίστες και εμπειρογνώμονες στη συριακή κρίση. Η πρόσβασή του στον Λευκό Οίκο θεωρείται ούτως ή άλλως δεδομένη.

Ηταν γενναίος χρηματοδότης της προεκλογικής εκστρατείας του Αμερικανού νυν προέδρου. Είναι αδελφός της συντηρητικής υπουργού Παιδείας, Μπέτσι Ντέβος, συζύγου ενός εκ των γόνων της επιχειρηματικής οικογένειας Ντέβος, που διαθέτουν βαθιά πολιτική επιρροή στις μεσοδυτικές αμερικανικές Πολιτείες, αυτές που το 2016 εξασφάλισαν στον Τραμπ την εκλογική νίκη.

Ηταν επίσης ο άνθρωπος που πριν από δύο χρόνια, λίγες ημέρες πριν από την ορκωμοσία Τραμπ, είχε συναντήσει στις μακρινές Σεϊχέλες τον Κίριλ Ντιμίτριεφ, διευθύνοντα σύμβουλο του κρατικού Ταμείου Αμεσων Επενδύσεων της Ρωσίας και άτομο του στενού περιβάλλοντος του Ρώσου προέδρου Πούτιν.

Στόχος, σύμφωνα με αμερικανικά ΜΜΕ, ήταν να δημιουργηθεί ένας παρασκηνιακός δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ του Κρεμλίνου και του νέου ενοίκου του Λευκού Οίκου.

Η συνάντηση βρέθηκε στο επίκεντρο της έρευνας του ειδικού εισαγγελέα Ρόμπερτ Μιούλερ για τυχόν ρωσική ανάμιξη στις προεδρικές εκλογές του 2016. Ο ίδιος ο Πρινς, καταθέτοντας τον περασμένο Ιούνιο στην Επιτροπή Υπηρεσιών Πληροφοριών της Βουλής των Αντιπροσώπων, χαρακτήρισε τη συνάντηση «τυχαία»...

Ειδικά για την περίπτωση της Συρίας, επισημαίνουν οι Αϊζενμπεργκ και Σάλμον, «παραμένει στον αέρα εάν θα είναι δυνατή η δράση δυτικών μισθοφόρων υπό την αεροπορική υπεροχή των Ρώσων (…) Πριν καν πάντως επιχειρήσει να σταθμίσει αυτό το ρίσκο, το πρώτο που θα πρέπει να αναρωτηθεί οποιοδήποτε διευθυντικό στέλεχος δυτικής εταιρείας μισθοφόρων είναι σε ποιους θα πρέπει να “πουλήσει” την ιδέα του. Ποιες χώρες ευθυγραμμίζονται με τα δυτικά συμφέροντα, εμπλέκονται πολιτικά ή στρατιωτικά στη Συρία και έχουν ρευστό;».

«Το πιθανότερο», λέει στους Asia Times o πολεμικός ανταποκριτής Ρόμπερτ Γιανγκ Πέλτον, «είναι οι μελλοντικές ξένες δυνάμεις στη Συρία να χρηματοδοτηθούν από τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα».

Ο ρωσικός ανταγωνισμός
Σε κάθε περίπτωση, οι ιδιωτικοί στρατοί δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο στα συριακά εδάφη. Φέρονται να τα αλωνίζουν εδώ και καιρό Ρώσοι μισθοφόροι της Wagner Group, συνολικά περίπου 3.000 μάχιμοι, σύμφωνα με πληροφορίες του ρωσικού ειδησεογραφικού ιστότοπου Fontanka, από την απαρχή της ρωσικής εμπλοκής στη συριακή κρίση, το 2015, κι εντεύθεν.

Με φερόμενη ευρεία παραστρατιωτική δράση στα εδάφη της ανατολικής Ουκρανίας και σε αφρικανικές χώρες με πλούσια σε φυσικούς πόρους υπεδάφη, η ιστορία της Wagner παραμένει ομιχλώδης. Επικεφαλής της θεωρείται ο Ντμίτρι Ούτκιν, εν αποστρατεία συνταγματάρχης της GRU, της ρωσικής στρατιωτικής αντικατασκοπείας. Αμερικανικά και ρωσικά ΜΜΕ κάνουν επίσης λόγο για υψηλή... εποπτεία της από τον Ρώσο ολιγάρχη Γιεβγκένι Πριγκόζιν, ο οποίος διατηρεί στενότατους δεσμούς με το Κρεμλίνο.

«Επισήμως, οι ιδιωτικές στρατιωτικές εταιρείες είναι παράνομες στη Ρωσία», γράφει η ισραηλινή Haaretz, και «το Κρεμλίνο αρνείται εδώ και καιρό υπόνοιες ότι Ρώσοι μισθοφόροι δρουν παράνομα στη Συρία, με συγκαλυμμένο τρόπο και αποκρύπτοντας τις απώλειες στις τάξεις τους».

Πάντως «τον περασμένο μήνα», συμπληρώνει, «κατά την ετήσια συνέντευξη Τύπου, ο Ρώσος πρόεδρος Πούτιν αναγνώρισε ότι Ρώσοι ιδιώτες στρατιωτικοί εργολάβοι από την εταιρεία Wagner Group έχουν το δικαίωμα να εργάζονται και να εξυπηρετούν τα συμφέροντά τους οπουδήποτε στον κόσμο, εφόσον δεν παραβιάζουν τη ρωσική νομοθεσία».

«Η επόμενη κίνηση είναι η επέκταση της δράσης ισχυρών εταιρειών, συνοδεία ενός ενσωματωμένου στρατού (υπό κρατική επίβλεψη)», γράφει ο αυστραλιανός ειδησεογραφικός ιστότοπος The Conversation. Από το 2007 εξάλλου, υπενθυμίζει, η ρωσική Δούμα (Κάτω Βουλή) έδωσε το πράσινο φως στους ενεργειακούς κολοσσούς Gazprom και Transneft να δημιουργήσουν τους δικούς τους στρατούς, με όπλα και τεχνολογία που θα παρέχονται από το Κρεμλίνο. Ως βασικός στόχος τότε αναφερόταν η προστασία από τρομοκράτες...

«Από τον Ιανουάριο του 2018», επισημαίνει το Conversation, «ο Σύρος πρόεδρος Ασαντ υπέγραψε συμφωνία με τον Πούτιν, την ισχυρότερο υποστηρικτή του, δίνοντας στη Μόσχα τα αποκλειστικά δικαιώματα στην παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Συρία. Και κατά μία έννοια», σχολιάζει, «η Ρωσία είναι ο τέλειος υποψήφιος», μιας και «η Μόσχα συνεχίζει να μη φοβάται από τις κυρώσεις κατά του καθεστώτος Ασαντ, ενώ βρίσκεται και η ίδια αντιμέτωπη με δυτικές κυρώσεις».

«Εφόσον η Ρωσία επιθυμεί να υλοποιήσει τον μακροπρόθεσμο στόχο της να μετατρέψει τη Συρία σε ενεργειακό διαμετακομιστικό κόμβο για απεριόριστες πωλήσεις στην Ασία, αναμένεται να ρίξει 30 δισ. δολάρια ή και περισσότερα για την αποκατάσταση των συριακών ενεργειακών υποδομών».

«Σε αντάλλαγμα», καταλήγει, «η Ρωσία θα έχει ισχυρότερη παρουσία στη Μέση Ανατολή και στην ανατολική Μεσόγειο. Η δε εγγύτητα με την αγορά της Κίνας είναι ιδιαιτέρως θελκτική, σε μια περίοδο που οι σινο-ρωσικές σχέσεις ανθούν». Με απλά λόγια, ο γεωπολιτικός «τζόγος» τώρα χοντραίνει...


Μαργαρίτα Βεργολιά
Η Εφημερίδα των Συντακτών

Δεν υπάρχουν σχόλια: