6.6.23

Τι λένε και τι δεν λένε τα κόμματα για τη φορολογία...


Η φορολογία των μερισμάτων, των γονικών παροχών, των υπερκερδών των επιχειρήσεων και οι φορολογικοί συντελεστές ΦΠΑ... βρίσκονται στο επίκεντρο της προεκλογικής αντιπαράθεσης ενόψει των εκλογών της 25ης Ιουνίου. Η αναφορά του ΠΑΣΟΚ στην αύξηση της φορολογίας μερισμάτων προκάλεσε την αντίδραση της Ν.Δ., που χαρακτήρισε την πρότασή του αντιεπενδυτική. ενώ το μεγάλο ζητούμενο για την οικονομία είναι η προσέλκυση επενδύσεων, με το κόμμα της αντιπολίτευσης να απαντά ότι όσο μικρότερα είναι τα μερίσματα τόσο υψηλότερες είναι οι επενδύσεις των επιχειρήσεων.

Τα δύο κόμματα διασταυρώνουν τα ξίφη τους και για τη μείωση του αφορολογήτου στις γονικές παροχές. Πάντως, στο μεγάλο πρόβλημα της εκτεταμένης φοροδιαφυγής, καθώς στα χαρτιά η Ελλάδα είναι μια χώρα χωρίς πλούσιους, τα κόμματα τηρούν σιγήν ιχθύος.

Ενώ το ελληνικό φορολογικό σύστημα καταλαμβάνει τις τελευταίες ημέρες κυρίαρχη θέση στην προεκλογική ατζέντα, οι αριθμοί και τα επίσημα στοιχεία των φορολογικών δηλώσεων αναδεικνύουν τις ελληνικές «ιδιαιτερότητες»: Στα χαρτιά, η Ελλάδα δεν έχει πλούσιους. Ατομικό εισόδημα άνω των 100.000 ευρώ δηλώνουν μόνο 27.000 πολίτες, ενώ οι τέσσερις στους δέκα εμφανίζονται να ζουν με 5.000 ευρώ τον χρόνο.

Ατομική ακίνητη περιουσία άνω του ενός εκατομμυρίου ευρώ έχουν λιγότεροι από 15.000 ιδιοκτήτες ενώ μεγάλες καταθέσεις στις τράπεζες άνω των 100.000 ευρώ έκαστος διαθέτουν λιγότεροι από 70.000 καταθέτες.

Από το σύνολο των περίπου 300.000 νομικών προσώπων που δραστηριοποιούνται στη χώρα, μόλις 10.000 δηλώνουν φορολογητέα κέρδη άνω των 150.000 ευρώ, που σημαίνει ότι ακόμη λιγότερα (δεδομένου ότι πρέπει να αφαιρεθούν ο φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων και η προκαταβολή φόρου) είναι σε θέση να μοιράσουν μερίσματα άνω των 100.000 ευρώ. Αντίθετα, 235.000 νομικά πρόσωπα από το σύνολο των περίπου 300.000 –δηλαδή περίπου οι 8 στις 10 εταιρείες– έχουν ή ζημίες ή κέρδη μικρότερα από αυτά που αποκομίζει πλέον ο εργαζόμενος που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό (10.000 ευρώ ετησίως). Τι δείχνουν όλα αυτά τα στοιχεία; Οτι το κρίσιμο στην Ελλάδα είναι να αποκαλυφθούν και να αποτυπωθούν σωστά τα εισοδήματα, οι περιουσίες και τα κέρδη, ώστε να σχεδιαστεί με μεγαλύτερη δικαιοσύνη η φορολογική πολιτική.

Οι αδικίες του φορολογικού συστήματος παραμένουν, και μάλιστα εντείνονται με την πάροδο των ετών. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα, η πλήρης ανατροπή του συσχετισμού στην αναλογία των άμεσων φόρων με τους έμμεσους. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, τα έσοδα από την έμμεση φορολογία έχουν φτάσει πλέον στα 33,2 δισ. ευρώ (για το 2022) και αντιστοιχούν στο 60% των συνολικών φορολογικών εσόδων από περίπου 53%-54% που ήταν προ 10ετίας. Η ανατροπή της σχέσης χωρίς να επηρεαστούν τα φορολογικά έσοδα προϋποθέτει τη λεγόμενη «διεύρυνση της φορολογικής βάσης», καθώς χωρίς αυτή θα προκύψει υπερφορολόγηση αυτών που ήδη δηλώνουν τα κέρδη, τα εισοδήματα ή τα περιουσιακά τους στοιχεία.

Τι δείχνει η στατιστική των επιχειρήσεων στην Ελλάδα; Τα συνολικά φορολογητέα κέρδη των νομικών προσώπων της χώρας είναι 14 δισ. ευρώ. Αναμένεται μάλιστα ότι στις φετινές φορολογικές δηλώσεις θα καταγραφεί σημαντική αύξηση λόγω των επιδόσεων που είχαν κυρίως οι μεγάλες εταιρείες το 2022. Από τα 14 δισ. ευρώ, τα 12 δισ. ευρώ μοιράζονται 11.000 νομικά πρόσωπα με κέρδη (ανά επιχείρηση) προ φόρων άνω των 150.000 ευρώ. Αρα το θέμα της φορολογικής αντιμετώπισης τόσο περιορισμένου αριθμού εταιρειών (είτε αφορά τα μερίσματα είτε έκτακτες φορολογίες κ.λπ.) εξετάζεται κάθε φορά (λόγω του περιορισμένου αριθμού) σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις που μπορούν να προκύψουν στην οικονομική δραστηριότητα (π.χ. μεταφορά έδρας, απολύσεις, μεγαλύτερη φοροδιαφυγή, φορολογικός ανταγωνισμός από τρίτες χώρες κ.λπ.).

Στο πεδίο των ακινήτων, οι δύο στους τρεις ιδιοκτήτες (πάνω από 4,7 εκατομμύρια άτομα) έχουν ατομική περιουσία που δεν υπερβαίνει τις 60.000 ευρώ, ενώ περίπου 650.000 ιδιοκτήτες επιπλέον δεν ξεπερνούν καν το φράγμα των 80.000 ευρώ. Αρα οι τρεις στους τέσσερις έχουν επιβαρύνσεις της τάξεως των μερικών δεκάδων ή μερικών εκατοντάδων ευρώ. Περίπου 1,7 εκατομμύριο ιδιοκτήτες πληρώνουν έως 100 ευρώ, περίπου 3,2 εκατομμύρια καταβάλλουν από 101 έως 500 ευρώ και 1,4 εκατομμύριο από 501 έως 5.000 ευρώ. Από 5.000 ευρώ και άνω πληρώνουν περίπου 35.000 φυσικά πρόσωπα, ενώ οι «εκατομμυριούχοι» ιδιοκτήτες που καταβάλλουν πάνω από 500.000 ευρώ έκαστος δεν ξεπερνούν καν τους 500. Στην Ελλάδα, οι έχοντες ατομική περιουσία άνω του ενός εκατομμυρίου ευρώ είναι μόνο 15.000 άτομα.

Οσον αφορά τα φυσικά πρόσωπα, η δυσκολία στο να οριστεί η λεγόμενη «μεσαία τάξη» στην Ελλάδα έχει να κάνει με τον τεράστιο αριθμό φυσικών προσώπων που δηλώνουν εξαιρετικά χαμηλές αποδοχές. Αν κάποιος χωρίσει τους φορολογουμένους σε «τεταρτημόρια» (είναι η πρακτική που ακολουθεί η ΕΛΣΤΑΤ για την έρευνα οικογενειακών προϋπολογισμών) θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το «μεσαίο» 50% (εξαιρουμένων δηλαδή αυτών που ανήκουν στο «φτωχότερο» 25% και αυτών που ανήκουν στο υψηλότερο 25%) θα συμπεριλαμβάνει και έχοντες ατομικό εισόδημα ακόμη και κάτω των 6.000-7.000 ευρώ ετησίως (πολύ απλά διότι οι 4 στους 10 εμφανίζουν ετήσιες αποδοχές κάτω των 5.000 ευρώ).

Η χάραξη της φορολογικής πολιτικής λαμβάνει υπόψη της και τις λεγόμενες ελαστικότητες:

1. Η μεγάλη αύξηση των κρατήσεων στην Ελλάδα στους αυτοαπασχολούμενους (σύνδεση ασφαλιστικών εισφορών με το εισόδημα, φορολογικός συντελεστής 22% στο πρώτο κλιμάκιο, εισφορά αλληλεγγύης) που καταγράφηκε το 2016-2017, περιόρισε τα φορολογητέα κέρδη της συγκεκριμένης ομάδας στα 3,4-3,5 δισ. ευρώ.

2. Τα διανεμόμενα μερίσματα αυξήθηκαν μετά τη μείωση του φορολογικού συντελεστή και από το 1,5 δισ. ευρώ το 2018 και το 2019 πήγαν στα 5,6 δισ. ευρώ και στα 4,1 δισ. ευρώ το 2020 και το 2021 αντίστοιχα.

Πεδίο σφοδρής προεκλογικής αντιπαράθεσης η φορολογία

Διαχωριστικές γραμμές στη βάση των προγραμμάτων και της ιδεολογίας τους έβαλαν τα κόμματα τις προηγούμενες ημέρες, με επίκεντρο τα φορολογικά θέματα, σε μια ευπρόσδεκτη, όσο και ενδιαφέρουσα αλλαγή προεκλογικής ατζέντας, παρά τις αναπόφευκτες υπερβολές και κάποιες διαστρεβλώσεις.

Η φορολογία των μερισμάτων, των γονικών παροχών, των υπερκερδών των επιχειρήσεων και οι φορολογικοί συντελεστές ΦΠΑ βρέθηκαν στο επίκεντρο, με τις δηλώσεις στελεχών του ΠΑΣΟΚ να δίνουν το έναυσμα μιας θερμής αντιπαράθεσης.

Παραδόξως, δεν συζητήθηκε ακόμη ο «ελέφαντας στο δωμάτιο», η μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγή, ιδίως στους ελεύθερους επαγγελματίες, την οποία όλοι οι διεθνείς οργανισμοί, η Ευρωπαϊκή Ενωση, ο ΟΟΣΑ και το ΔΝΤ αναφέρουν ως προτεραιότητα που πρέπει να αντιμετωπισθεί. Μόνο από το λεγόμενο «κενό ΦΠΑ», η απώλεια εσόδων το 2020, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ήταν 3,178 δισ. ευρώ. Και αυτό παρά το γεγονός ότι το «κενό» περιορίστηκε σημαντικά, στο 19,7% των εσόδων ΦΠΑ, τοποθετώντας τη χώρα στην 4η θέση στην Ε.Ε. από τη 2η όπου βρισκόταν προηγουμένως.

Τα μερίσματα
Τα ιδεολογικά «μαχαίρια» στον φορολογικό τομέα βγήκαν κυρίως με αφορμή μια δήλωση του υποψήφιου βουλευτή Επικρατείας του ΠΑΣΟΚ Παναγιώτη Δουδωνή υπέρ της αύξησης της φορολόγησης των διανεμόμενων κερδών των επιχειρήσεων από 5%, όπου το μείωσε η Ν.Δ. (από 10% που ήταν). Συγκεκριμένα είπε, όπως προβλέπει και το πρόγραμμα του κόμματος, τα μερίσματα θα φορολογούνται με 5% έως τις 50.000, 10% για 50.000-100.000 και 15% για πάνω από 100.000.

Η Ν.Δ., που δεν αφήνει λέξη του ΠΑΣΟΚ να πέσει κάτω σ’ αυτή την αναμέτρηση, χαρακτήρισε την πρότασή του αντιεπενδυτική, την ώρα που η αύξηση των επενδύσεων αποτελεί προτεραιότητα της χώρας. Επικαλείται μάλιστα και στοιχεία, για να υποστηρίξει ότι τα σχετικά φορολογικά έσοδα όχι μόνο δεν μειώθηκαν, αλλά αυξήθηκαν μετά τη μείωση του συντελεστή: από 1,5 δισ. μερίσματα που διανεμήθηκαν το 2019, αποδίδοντας έσοδα 150 εκατ. ευρώ, εκτινάχθηκαν στα 5,6 δισ. ευρώ το 2020, με έσοδα 280 εκατ. ευρώ και στη συνέχεια στα 4,1 δισ. ευρώ το 2021, με έσοδα 205 εκατ. ευρώ. Επιπλέον, σημειώνουν, ανάλογα ήταν και τα μερίσματα των αλλοδαπών εταιρειών: από 260 εκατ. ευρώ το 2019 σε 1,4 δισ. ευρώ το 2020 και σε 900 εκατ. ευρώ το 2021.

Το αντεπιχείρημα εδώ είναι ότι η μη διανομή μερισμάτων ίσως ενισχύει τις επενδύσεις στις επιχειρήσεις. Αυτό τουλάχιστον έδειξε μελέτη που δημοσιεύθηκε στο American Economic Review τον περασμένο Σεπτέμβριο, σύμφωνα με την οποία μια αύξηση του φόρου στα μερίσματα στη Γαλλία από 15,5% σε 46% περιόρισε τη διανομή μερισμάτων και αύξησε τη ρευστότητα των επιχειρήσεων και τις επενδύσεις τους. Για κάθε 1 ευρώ που δεν διανεμήθηκε, οι εταιρείες επανεπένδυσαν 0,3 ευρώ, υπολόγισαν οι ερευνητές. O Νίκος Χριστοδουλάκης, υπεύθυνος οικονομικού προγράμματος του ΠΑΣΟΚ, υποστηρίζει, στο πλαίσιο αυτό, ότι το μέτρο που προτείνει είναι όχι μόνο δίκαιο, αλλά συντελεί στην αύξηση των επενδύσεων, όπως αποδεικνύει η περίπτωση της Ιρλανδίας, που επιβάλλει συντελεστή 51%.

Ωστόσο, στη Ν.Δ. αντιτείνουν ότι τα προηγούμενα χρόνια, με τους υψηλότερους συντελεστές, υπήρξε αποεπένδυση, όχι αύξηση επενδύσεων. «Χρειάζεται λογική και σταθερή φορολογία, κάτι που οδηγεί και σε αυξημένη φορολογική συμμόρφωση», λέει ο εκπρόσωπος Τύπου της Ν.Δ. Ακης Σκέρτσος, μιλώντας στην «Κ». «Για να μειωθεί το επενδυτικό κενό και να αυξηθούν οι επενδύσεις, με ταχύτερο ρυθμό από την υπόλοιπη Ευρώπη, πρέπει να έχεις ένα συγκριτικό πλεονέκτημα, έναντι των άλλων χωρών, που έχουν πολύ καλύτερες προϋποθέσεις να προσελκύσουν επενδύσεις από την Ελλάδα. Δεν είναι ένα ιδεολογικό ζήτημα, να φορολογήσουμε τους πλούσιους, αλλά ένα πολύ πρακτικό ζήτημα, που έχει να κάνει με το πώς θα δημιουργήσεις ένα ελκυστικό επενδυτικό φορολογικό περιβάλλον, το οποίο θα φέρει περισσότερες επενδύσεις στη χώρα», σχολιάζει, εξάλλου, με αφορμή την παρατήρηση ότι η χώρα μας έχει τον χαμηλότερο συντελεστή φορολόγησης των μερισμάτων στην Ευρώπη, μετά τη Λετονία και την Εσθονία, που εφαρμόζουν μηδενικό συντελεστή.

«Γενικότερα, εμείς πιστεύουμε σε έναν ενάρετο κύκλο που δημιουργείται μέσα από τη φιλική, λογική φορολογία, η οποία οδηγεί σε αύξηση τζίρου, αύξηση της πίτας, κερδοφορία και επανεπένδυση. Οι άλλες πολιτικές που θεωρούν ότι θα αυξήσουν τα έσοδα μέσα από υψηλούς φορολογικούς συντελεστές έχουν δοκιμαστεί και έχουν αποτύχει».

Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι η έκθεση Πισσαρίδη προτείνει «ενσωμάτωση εισοδημάτων σε ενιαία κλίμακα φορολογίας, ανεξάρτητα από την πηγή», κάτι που σημαίνει ότι τα μερίσματα θα μπορούσαν να φτάσουν να φορολογούνται με τον ανώτατο συντελεστή 44%.

Γονικές παροχές
Αντίστοιχη τροπή πήρε η συζήτηση για τις γονικές παροχές, με αφορμή την πρόταση του ΠΑΣΟΚ για τη μείωση του αφορολογήτου από τις 800.000 ευρώ, όπου το ανέβασε η κυβέρνηση της Ν.Δ., στις 400.000 ευρώ.

Σύμφωνα με τον κ. Χριστοδουλάκη, το σημερινό καθεστώς σημαίνει ότι η μεγάλη ανισότητα πλούτου μεταβιβάζεται στην επόμενη γενιά αφορολόγητη. Στη Ν.Δ., αντιθέτως, κινούνται στη βάση πως «ό,τι ανήκει στους γονείς, ανήκει και στα παιδιά» και σημειώνουν πως αν δεν αυξανόταν το αφορολόγητο, κανείς δεν θα έκανε μεταβίβαση και όλοι θα περίμεναν την κληρονομιά. Αλλωστε, το σχετικό φορολογικό έσοδο από τη μεταβίβαση ήταν μόνο 26 εκατ. ευρώ, επισημαίνουν.

Τα ουρανοκατέβατα κέρδη και o ΦΠΑ
Η συζήτηση άνοιξε, με συμμετοχή ΣΥΡΙΖΑ, και στα λεγόμενα «ουρανοκατέβατα κέρδη», για τα οποία τα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης υποστηρίζουν ότι δεν φορολογήθηκαν επαρκώς. Από το ΠΑΣΟΚ διευκρινίσθηκε ότι αυτό αφορά τις ενεργειακές επιχειρήσεις. Στη Ν.Δ. αντιτείνουν ότι φορολογήθηκαν με 90% τα υπερκέρδη παραγωγών και προμηθευτών έως τον Ιούνιο του 2022, ενώ από τον Ιούλιο του 2022 και μετά παρακρατείται το σύνολο των υπερκερδών αυτών, με τα σχετικά έσοδα να είναι 4,7 δισ. ευρώ. Παράλληλα, όσον αφορά τα διυλιστήρια επιβάλλεται φόρος, με βάση την οδηγία της Ε.Ε., 33% επί των κερδών του 2022 μείον τον μέσο όρο των τεσσάρων τελευταίων ετών, κάτι που αναμένεται να αποφέρει έσοδα 600 εκατ. ευρώ. Κατά το ΠΑΣΟΚ, τα έσοδα που πήγαν στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης θα έπρεπε να προορίζονται για την πράσινη μετάβαση και όχι για να δίνει η Ν.Δ. επιδόματα σε λογαριασμούς. Υπολογίζουν ότι 900 εκατ. ευρώ δεν έχουν φορολογηθεί.

Μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα με κόστος 1,3 δισ. ευρώ και του ΕΦΚ στα καύσιμα με τις απώλειες να αγγίζουν το 1,5 δισ. ευρώ υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, με το επιχείρημα ότι τα υπερέσοδα ΦΠΑ το 2022 ήταν 4 δισ. ευρώ, άρα δεν τίθεται θέμα μείωσης εσόδων.

Το ΠΑΣΟK υποστηρίζει τη μείωση ΦΠΑ σε βασικά είδη διατροφής και προσωπικής φροντίδας...

H Kαθημερινή

Δεν υπάρχουν σχόλια: