1.7.22

Ψάχνεις για νοίκι; Δώσε ένα πλεμόνι!...


Σας έγραφα τις προάλλες για σπίτια, για νοίκια και για τον Ξεσπιτόγατο και είχα αναφερθεί στην χειρότερη οικία της ζωής μου, ένα πλυσταριό που έγινε ρετιρέ στου Ζωγράφου. 

Αλλά ήμουν λίγο πρόχειρος, οφείλω να το ομολογήσω (ντροπή ρεπόρτερ Ξανθάκη!), γιατί ύστερα που το είχα ποστάρει το... κομμάτι θυμήθηκα κάτι ακόμη χειρότερο, κάτι ακόμη πιο φαντασμαγορικό, κάτι αδιανόητο και παράξενο σαν τοπίο του βυθού. Που έλεγε κι ο άλλος, πριν τον απορροφήσει η Φιλοθέη…

Πάμε, λοιπόν, ένα ταξίδι στο χρόνο. Πάμε πίσω γύρω στα τριανταπέντε χρόνια, όταν φοιτητές όντες αποφασίζουμε να κάνουμε με τον αδερφό μου μια αυτοκινητάδα ως τη Σαλονίκη. Βάζουμε κι άλλους δυο μέσα, ίσα ίσα τράβαγε το Μαζντάκι, δώσε μία, δώσε δύο, δώσε τρεις, φτάσαμε. 

Είχαμε κανονίσει να κοιμηθούμε σε φιλαράκια, εγώ στη φίλη μου τη Μαίρη (ας την πούμε Μαίρη), που έμενε σε ένα ημιυπόγειο στις Σαράντα Εκκλησιές. Καιρός καλός, το σημειώνω, κάτι σε μέσα Απριλίου, κούκλα και φιλόξενη η συμπρωτεύουσα.

Οπότε πάω στη Μαίρη, χαιρετιόμαστε, λέμε δυο κουβέντες, μου δίνει κλειδιά, βαράει εξαφανιζόλ, γιατί εκτός από φοιτήτρια δούλευε και σ’ ένα τεχνικό γραφείο, κορίτσι για όλες τις δουλειές, άφραγκοι εντελώς οι γονείς της, να φάει δεν είχε. Νύχτα ήταν, βαρέθηκα να βγω, λέω να την πέσω. Και την πέφτω, ταβλάρω, έναν ύπνο περίεργο και βαρύ, υγρασία πολύ είχε, αλλά λέω εντάξει ημιυπόγειο. Και ξυπνάω την άλλη μέρα, είχε φύγει για εργαστήριο η Μαίρη στη σχολή και ζουρλαίνομαι. 

Γιατί σε όλο το σπίτι, μα σε όλο το σπίτι, εκτός από το δωματιάκι της Μαίρης που κάπως το θέρμαινε, ήταν όλα καλυμμένα με μούχλα. Έπιπλα, κουρτίνες, πατάκια, το κρεβάτι που είχα κοιμηθεί, μούχλα παντού, ένα δάχτυλο, να την κόβεις με το μαχαίρι. Και πανικοβάλλομαι και δίνω στη γειτόνισσα το κλειδί και παίρνω το πρώτο αεροπλάνο, αφήνω μπουκάλα αδερφό και συνεπιβάτες, και επιστρέφω στην Αθήνα πανικόβλητος. Πρέπει να πλενόμουνα πρωί, μεσημέρι, βράδυ για καμιά βδομάδα…

Τα θυμήθηκα τα ανωτέρω τώρα που έσκασε μύτη η έρευνα του «Ινστιτούτου για την Ερευνα και την Κοινωνική Αλλαγή Εteron» δια χειρός της εταιρείας aboutpeople, σε δείγμα 1.007 ατόμων από όλη τη χώρα, από τις 24 Μαΐου ώς τις 3 Ιουνίου. Και τι έλεγε εκεί; Προσδεθείτε και μην καπνίζετε:

Ανασφάλεια αισθάνεται το 28,7% των ενοικιαστών, άγχος νιώθει το 21,9% και αγανάκτηση το 17,9%. 

Το 49,1% δήλωσε ότι, εξαιτίας των στεγαστικών δαπανών, έχει αδυναμία αποταμίευσης, το 41% αντιμετωπίζει οικονομική στενότητα, το 28,6% κάνει λόγο για ακύρωση προσωπικών σχεδίων.

Τέσσερις στους δέκα ενοικιαστές δυσκολεύονται από αρκετά έως πολύ να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.

Εξι στους δέκα περικόπτουν κονδύλια άλλων βασικών αναγκών, ώστε να πληρώσουν το νοίκι
 
Το 15,2% λαμβάνει κάποια οικονομική βοήθεια ή δανείζεται από τρίτους 
Ενας στους δέκα χρειάζεται και μια δεύτερη δουλειά για να τα βγάλει πέρα.

Τι φταίει; Η γενική ακρίβεια (49%), η απουσία ελέγχου ενοικίων και οι παράλογες απαιτήσεις των ιδιοκτητών (45,3%), η μείωση των εισοδημάτων (40,5%), η αύξηση των πάγιων στεγαστικών δαπανών (25,7%) και το Airbnb (24,1%).

Και τι προτείνουν για λύση; Αύξηση μισθών/θέσεων εργασίας (56,5%), πλαφόν στα ενοίκια (53,3%), φορολογικά κίνητρα στους ιδιοκτήτες για πιο προσιτές τιμές (37,9%), επίδομα ενοικίου (33,2%), πολιτικές για την κοινωνική κατοικία (23,8%), ρύθμιση του Airbnb (19,7%), αξιοποίηση των κενών δημόσιων κτιρίων (19,2%) και έλεγχο των κερδοσκοπικών επενδύσεων (golden visa κ.λπ.) (13%).

Κι αν δικαιωθούν να μου γράψετε, μιας και η κυβερνητική προσοχή είναι απολύτως στραμμένη στους ιδιοκτήτες και τους ενοικιαστές τους έχουν γραμμένους οι κρατούντες εκεί που δεν πιάνει μελάνι, εκεί που δεν φωτάει ο ήλιος, εκεί που καιγότανε πολύ η Άντζη η Σαμίου. Και πολιτική δεν προβλέπεται ν’ αλλάξουν, πριν βγάλει ο ήλιος κέρατα…

Υ.Γ.: Κι επειδή ξέρω ότι ψοφάτε γι’ αυτά, σας έχω φρέσκια αγγελία, αλιευμένη από τον μοναδικό Ξεσπιτόγατο:

Ενοικιάζεται διαμέρισμα 49 τετραγωνικά, προς 620 ευρώ το μήνα. Ο λόγος για την εξωφρενική τιμή; Σε μοναδικό σημείο, απέναντι από τα Ανάκτορα! Αυτό, δηλαδή, που οι μεσίτες αποκαλούν «παρυφαί Ανακτόρων» και οι ντόπιοι «Βατραχονήσι»…

Χρήστος Ξανθάκης

newpost.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: