1.12.11

Τάσος Γιαννίτσης: Η κυβέρνηση επιζητεί κοινωνικότερες λύσεις...


Σε διήμερη διάσκεψη της «Südosteuropa Gesellschaft» με θέμα η «Ελλάδα στην κρίση χρέους και κράτους - αιτίες, επακόλουθα, διέξοδοι» συμμετείχε ο υπουργός Εσωτερικών Τάσος Γιαννίτσης στο Βερολίνο, όπου ρωτήθηκε γιατί αφιέρωσε την ομιλία του στο πρόβλημα του ανταγωνισμού και όχι... σε θέματα του υπουργείου του.

«Φυσικό δεν είναι;» ήταν η αφοπλιστική του απάντηση. «Οικονομολόγος είμαι, για οικονομία μιλάω». Τελικά ο λόγος του θύμιζε μάλλον διάλεξη πολιτικής οικονομίας.

Το πρόβλημα στην Ελλάδα, είπε, δεν εκδηλώθηκε ούτε πριν ούτε μετά τις εκλογές του 2009, παρόλο που οι αγορές είχαν εξαρχής γνώση των υψηλών ελλειμμάτων.

Η κρίση ξέσπασε όμως όταν διαφάνηκε «ότι ένα κράτος-μέλος της ευρωζώνης θα μπορούσε να μείνει χωρίς υποστήριξη. Όταν έγινε σαφές ότι η ευρωζώνη δεν διαθέτει τον κλασικό μηχανισμό υπεράσπισης ή στήριξης του νομίσματός της, όπως τον έχει η Κεντρική Τράπεζα κάθε ξεχωριστής χώρας. Αυτό το κενό ήταν η αιτία για την απώλεια εμπιστοσύνης των αγορών. Και το ίδιο κενό είναι σήμερα η αιτία για τη γενίκευση της κρίσης» είπε ο κ. Γιαννίτσης.

Το αποτέλεσμα, πρόσθεσε, ήταν να καταφύγουν οι αγορές σε «στρατηγικές αυτουπεράσπισης και κερδοσκοπίας» που επιδεινώνουν την κατάσταση.

Στη ζοφερή αυτή προοπτική, ο κ.Γιαννίτσης αντέταξε μια «στρατηγική της ανάπτυξης και της ικανότητας ανταγωνισμού στην Ελλάδα» που ήταν και ο τίτλος της ομιλίας του. Η στρατηγική αυτή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί όμως ούτε αμέσως (λόγω ύφεσης και έλλειψης επενδύσεων), ούτε μόνο σε εθνικό επίπεδο. Θα πρέπει να προηγηθεί η αναδόμηση των θεσμών της ευρωζώνης γύρω από μια κοινή διακυβέρνηση, η οποία θα γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στη νομισματική και την πολιτική ένωση.

«Η έξοδος από την κρίση απαιτεί ένα μείγμα από σταθεροποίηση του προϋπολογισμού, επιλεγμένων επενδυτικών στρατηγικών, και πολιτικών στον τομέα των καινοτομιών και της τεχνολογίας, που θα οδηγήσουν σε δομικές αλλαγές του παραγωγικού συστήματος» πρόσθεσε.

Το αν και πότε θα αποδώσει αυτή η στρατηγική είναι βέβαια άδηλο. Προς το παρόν, πάντως, τα πράγματα δεν πάνε καθόλου καλά. Παρά το κούρεμα και το πρόγραμμα της 27ης Οκτωβρίου, είπε, «οι προοπτικές είναι τόσο δυσμενείς, ώστε να μην επιτρέπεται αισιοδοξία για έξοδο από την κρίση».

Και η κακή αυτή κατάσταση θα μπορούσε να επιδεινωθεί, σε περίπτωση που επιβληθεί στην ευρωζώνη ένα «νέο μοντέλο» οικονομικής και δημοσιονομικής διακυβέρνησης, το οποίο δεν θα οδηγεί, όπως θα επιθυμούσε, σε «σύγκλιση, αλλά σε απόκλιση στο εσωτερικό της Ευρώπης».

Το «κακό μαντάτο» για τον κ.Γιαννίτση: Λίγες ώρες νωρίτερα, ο υπουργός Εξωτερικών Σταύρος Δήμας δήλωνε – επίσης στο Βερολίνο – ότι η ελληνική κυβέρνηση συμφωνεί με το γερμανικό μοντέλο οικονομικής διακυβέρνησης. Μοντέλο, που επιβάλει καθεστώς τρόμου στα «αδιόρθωτα» κράτη-παραβάτες και ταυτόχρονα παγιώνει τις ανισότητες και ανισορροπίες στο εσωτερικό της νομισματικής ένωσης.

Πιο πολιτικές ήταν οι δηλώσεις του υπουργού Εσωτερικών στη συζήτηση που επακολούθησε, καθώς και στη ξεχωριστή συνάντησή του με δημοσιογράφους.

Η νέα κυβέρνηση δεν είναι υπηρεσιακή, τόνισε, αλλά κανονική. «Η επιτυχία της θα μετρηθεί από την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και από την επανάκτηση της εμπιστοσύνης των εταίρων» είπε.

Η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων δεν είναι όμως αυτόματος πιλότος. «Δεν πρέπει να υποτιμάμε τα πρακτικά προβλήματα» σχολίασε. Ένα από αυτά είναι ο νέος φόρος ακινήτων που καταβάλλεται μέσω της ΔΕΗ. «Η πλειοψηφία των πολιτών πληρώνει» διαπίστωσε. Εκείνο που θα μπορούσε να θέσει το μέτρο υπό κίνδυνο δεν είναι η «στάση πληρωμών», αλλά η «πραγματική κατάσταση» – το γεγονός, ότι πολλοί φορολογούμενοι αδυνατούν πραγματικά να πληρώσουν. Γι αυτό, πρόσθεσε, η κυβέρνηση επιζητεί μια πιο «κοινωνική λύση».

Ανάλογα «πραγματιστικές» λύσεις επιδιώκει η κυβέρνηση και για τις «μεγάλες» μεταρρυθμίσεις. Παράδειγμα, οι αποκρατικοποιήσεις. «Ο στόχος, να εισπραχθούν 50 δισεκατομμύρια ευρώ από αυτές στα πέντε ερχόμενα χρόνια, είναι προφανώς ανέφικτος» είπε. «Αυτό λοιπόν, σε συνεννόηση με την τρόικα, θα αναθεωρηθεί».

Το ίδιο ισχύει και για κάθε άλλο επίμαχο θέμα. «Η τρόικα αποδέχεται κάθε τροποποίηση, εφόσον είναι λογική και υπηρετεί πιο αποτελεσματικά τον στόχο του προγράμματος» πρόσθεσε.

Η ημερομηνία λήξης της κυβέρνησης, υπενθύμισε, είναι η 19η Φεβρουαρίου. Ωστόσο, πρόσθεσε, «ο πολιτικός της χρόνος είναι καθορισμένος από την επιτυχία των στόχων της». Μια σύντομη παράταση της θητεία της λοιπόν δεν αποκλείεται – αν και αυτό, όπως τόνισε, εναπόκειται αποκλειστικά στην αρμοδιότητα των τριών κυβερνητικών κομμάτων.
BHMA.

Δεν υπάρχουν σχόλια: